11/4/17

Η Ελληνική Πομπηία. Παρασκευή 11 Απριλίου 1941

Μέτωπο ΤΣΑΜ: Στις 10 το πρωί, ο γερμανικός στρατός εισέβαλε στα Γιαννιτσά. Οι προφυλακές του γερμανικού στρατού εισήλθαν και στην Καβάλα. Την επομένη τυπώθηκε και κυκλοφόρησε η Διαταγή του Γερμανού Στρατιωτικού Διοικητή για παράδοση όπλων, άνοιγμα καταστημάτων, παράδοση τροφίμων που κλάπηκαν από στρατιωτικές αποθήκες και ιδιωτικά καταστήματα, υπακοή στις διαταγές Χωροφυλακής, τιμές τροφίμων και χρήση νομισμάτων κλπ.
Στο Περιθώρι, η φρουρά
και ο διοικητής του Οχυρού «Μαλιάγκα», ο Λοχαγός Ευστάθιος Θεοδωρόπουλος
το εγκατέλειψαν
χωρίς να παραδοθούν.
Το οχυρό δεν έπεσε ποτέ.
Στο Δυτικό Μέτωπο, άρχισε η Μάχη της Bεύης,
στη στενωπό του Κλειδίου,
που την υπεράσπιζαν 2 τάγματα Αυστραλών
και ένα Βρετανών τυφεκιοφόρων.
Οι Γερμανοί για να ανοίξουν τον δρόμο προς την Κοζάνη χρησιμοποίησαν το ενισχυμένο Μηχανοκίνητο Σύνταγμα LSSAH,, με την υποστήριξη τεθωρακισμένων της 9ης Μεραρχίας Πάντσερ.
Στα αριστερά των θέσεων των αυστραλών, βρισκόταν το Σύνταγμα είχε Δωδεκανησίων που έλαβε διαταγή υποχώρησης από τη συμμαχική ανώτατη διοίκηση. Αμέσως μετά την κατάληψη της Φλώρινας το μεσημέρι της 10ης Απριλίου, δυνάμεις της LSSAH και της 9ης Μεραρχίας Πάντζερ επιτέθηκαν στην στενωπό Κλειδίου όπου αποκρούστηκαν από τα εύστοχα πυρά του βρετανικού πυροβολικού.
Την επόμενη μέρα, (11 Απριλίου) λόγω χιονόπτωσης και ισχυρού ψύχους η επίθεση των Γερμανών σταμάτησε. Κατά το βράδυ έγινε επίθεση από δύο γερμανικά τάγματα, η οποία αποκρούστηκε.
Ο Ουίλσον εκτίμησε, ότι οι ελληνοβρετανικές δυνάμεις δεν μπορούσαν να αντέξουν την γερμανική επίθεση.
Ο βρετανικός τενεκές Ουίλσον, που διοικούσε από την Λάρισα, στις 11 Απριλίου,  διέταξε τους δικούς του και τον Υποστράτηγο Χρήστο Καράσσο , που διοικούσε από το χωριό Περδίκας της Εορδαίας , να το βάλουν στα πόδια.
Νέα σύμπτυξη στην τοποθεσία Σινιάτσικο- Βουρινός- Καμβούνια- Πιέρια- Όλυμπος, η οποία «ήταν πιο ισχυρή».
Οι βρετανικές δυνάμεις ανέλαβαν τη ζώνη από την ακτή Πλαταμώνα έως την καμπή Αλιάκμονα, ενώ οι Ελληνικές Μεραρχίες Πεζικού ΧΙΙ (Συνταγματάρχης Γ. Καραμπάτος) και 20ή (Συνταγματάρχης Μ. Παπακωνσταντίνου) έπρεπε να εξασφαλίσουν τα στενά Σιάτιστας και Κλεισούρας αντίστοιχα. Η Μεραρχία Ιππικού (Υποστράτηγος Γ. Στανωτάς) με την 21η Ταξιαρχία τάχθηκε επί των ορέων Βαρνούς και Βέρνο. Το συγκρότημα του Υποστράτηγου Μακέη (1η Βρετανική Τεθωρακισμένη Ταξιαρχία, 19η Αυστραλιανή Ταξιαρχία και το Ελληνικό Σύνταγμα Δωδεκανησίων), που σχηματίστηκε για να «…αναχαιτίσει τον αστραπιαίο πόλεμο προς την κοιλάδα της Φλώρινας», όπως το έθεσε ο Γουίλσον, μετά από επιβραδυντικό αγώνα στην στενωπό Κλειδίου, θα συμπτυσσόταν στην νέα τοποθεσία άμυνας και θα διαλύονταν.
Στο Μέτωπο της Ηπείρου οι διοικητές του Α΄ και Β΄ Σώμα Στρατού πρότειναν στις 11 Απριλίου στον Αντιστράτηγο Πιτσίκα να συνθηκολογήσουν όπως ο Μπακόπουλος. Ο Πιστίκας ρώτησε τον Παπάγο στην Αθήνα και ήταν «αρνητικός».
Ο Παπάγος, από το Στρατηγείο του στην Αθήνα, ήθελε να παραμείνει νικητής των Ιταλών μέχρι τέλους. Τελικά με την συγκατάθεση του Διαγγελέα , οι μανάδες του ΤΣΔΜ άρχισαν να συμπτύσσονται το βράδυ της 12ης Απριλίου ενώ οι δυνάμεις του ΤΣΗ ξεκίνησαν την σύμπτυξή τους τη νύχτα 13/14 Απριλίου. Από τις 21.00 της 11ης Απριλίου μέχρι την 01.00 της 12ης , έγινε 4ώρος βομβαρδισμός του Πειραιά από την Λουφτβάφε σε 16 κύματα. Τα αντιαεροπορικά κατάρριψαν 2 γερμανικά αεροπλάνα. Λίγο πριν τα μεσάνυχτα , στις 11.25', η Λουφτβάφε, η προσέβαλε και βύθισε το επίτακτο Ελληνικό Πλωτό νοσοκομείο «Αττική»,


          το πλωτό νοσοκομείο ΑΤΤΙΚΗ

στον Κάβο Ντόρο, αν και έπλεε κατάφωτο και με εμφανή τα σήματα του Ερυθρού Σταυρού.
Το «Αττική» που είχε μετασκευαστεί και διέθετε 362 κλίνες, είχε αποπλεύσει από την Καβάλα και μετέφερε στον Πειραιά τους ασθενείς και το προσωπικό του εκκενωθέντος στρατιωτικού Νοσοκομείου Δράμας.
Επέβαιναν, 11 ασθενείς στρατιώτες, 17 γιατροί, 28 νοσοκόμες, και 110 άνδρες. Πνίγηκαν 22 και σκοτώθηκαν 28, μεταξύ των οποίων και ο κυβερνήτης του πλοίου Πλοίαρχος Δημήτριος Μελετόπουλος. Α
ριθμός ναυαγών, χρησιμοποιώντας τις σωστικές λέμβους, βγήκε σε ακτή της Εύβοιας, ενώ άλλους ναυαγούς διέσωσε, το πρωί, το Αντιτορπιλλικό Κουντουριώτης. Διευθυντής του Π/Ν «Αττική» ήταν ο υποπλοίαρχος Ιατρός Θ. Θωμόπουλος.
Στη Γιουγκοσλαβία, οι εμπροσθοφυλακές των γερμανικών μηχανοκίνητων δυνάμεων εισήλθαν, από το Νότο στο Κραγκούγιεβατς και , στο βορειοδυτικό τμήμα της Βοσνίας - Ερζεγοβίνης, στο Πρίεντορ, όπου τους υποδέχθηκαν ο δήμαρχος και οι εκπρόσωποι των 3 θρησκειών. (Μουσουλμάνοι, Καθολικοί, Ορθόδοξοι) .
Το πλήρες χρονολόγιο της 11ης Απριλίου θα το βρείτε εδώ http://ta-mavra-nea.blogspot.gr/2017/04/11.html1997.

2 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Ο ΒΟΜΒΑΡΔΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΒΕΛΙΓΡΑΔΙΟΥ

Ο Κουρτσιο Μαλαπαρτε βρισκοταν στην Σοφια την 6η Απριλιου 1941 την ημερα που αρχισε η γερμανικη εισβολη ταυτοχρονα σε Γιουγκοσλαβια και Ελλαδα.Εχοντας τον βαθμο του Λοχαγου του Ιταλικου Στρατου και ταυτοχρονα την ιδιοτητα του δημοσιογραφου,αμεσως διαπιστευτηκε ως πολεμικος ανταποκριτης της εφημεριδας Corriere della Sera και προσκολληθηκε στην μεραρχια των Waffen SS "Das Reich".Παρακατω παραθετει τον βομβαρδισμο του Βελιγραδιου οπως του την αφηγηθηκε ο ιταλος πρεσβευτης Μαμελι.

" Ηταν Κυριακη πρωϊ,6 του Απριλη.Ηταν 7.20 η ωρα.Κατεβηκαμε αμεσως στην υπογεια καβα,το καταφυγειο μας.Μια πραγματικη ποντικοφωλια.Εφτανε μια μικρη βομβα για να θαψει ολους τους υπαλληλους της πρεσβειας.Η γη ταρακουνιοταν λες και τρανταζοταν απο τρομερο σεισμο και τα σπιτια σαν να κουτουλουσαν το ενα πανω στ'αλλο:ακουγες τον τρομερο σαματα απο τοιχους που γκρεμιζονταν,τα κουδουνισματα απο τα τζαμια που εσπαγαν στα πεζοδρομια και ουρλιαχτα τρομου,κλαματα,φωνες να καλουν σε βοήθεια,βλαστημιες,ανθρωπους να κραυγαζουν ξετρελαμενοι και να τρεχουν για να γλυτωσουν.Σιγα σιγα αρχισε να εισχωρει στην καβα μια στυφη μυρωδια θειαφιου μαζι με καπνο απο τις εκρηξεις και τις πυρκαγιες.Πεφτανε βομβες πανω Τερραζίε,στην πλατεια Σπόμενικ,στα Παλαια Βασιλικα Ανακτορα.Στους δρομους ετρεχαν με ξεφρενη ταχυτητα φαλαγγες αυτοκινητα,φορτωμενα στρατηγους,υπουργους,αξιωματουχους της Αυλης,ανωτερους υπαλληλους.Ειχε πιασει τρομος τις πολιτικες και στρατιωτικες αρχες που το βαζαν στα ποδια και εγκαταλειπανε την πρωτευουσα.Κατα τις 10 το πρωϊ,η πολιτεια ειχε εγκαταλειφθη στον εαυτο της.

Αρχισε το πλιατσικολογημα.

Ο οχλος-ειχαν ενωθει μαζι του και οι Τσιγγανοι που ηρθαν απο το Ζεμουν και το Παντσεβο-παραβιαζανε τα σιδερενια ρολα των μαγαζιων,ανεβαινανε ακομα και στα σπιτια και το 'ριχνε στην κλεψια.Ακουγονταν οι ντουφεκιες που πεφτανε στην Τερραζίε.Πολιτες και πλιατσικολογοι συμπλεκονταν στους δρομους,στις σκαλες των Μεγαρων,στα κεφαλοσκαλα,ακομα και μεσα στα διαμερισματα.Στην πλατεια Σπομενικ,το Βασιλικο Θεατρο ηταν στις φλογες.Το Ζαχαροπλαστειο που βρισκοταν απεναντι,στην αλλη μερια της πλατειας,ειχε γκρεμιστει.Ηταν ενα τουρκικο ζαχαροπλαστειο,φημισμενο σε ολα τα Βαλκανια για τα αφροδισιακα του γλυκισματα.Το πληθος εψαχνε ουρλιαζοντας αναμεσα στα ερειπια.Οι ανθρωποι εψαχναν αγρια για τα πολυτιμα γλυκισματα:Γυναικες αναμαλλιαρες,με αναμενο το προσωπο,ξεκουφεναν τον αερα με τα αισχρα τους γελια,βυζαινοντας και μασουλωντας τα μικρα γλυκισματα,τις καραμελες και τα γαμηλια κουφετα".

Οταν κατα το μεσημερι ξεμακρυνε λιγο-λιγο κι'υστερα εσβησε ο κροτος απο τις βομβες,ο Μαμελι και οι υπαλληλοι της Πρεσβειας, ανεβηκαν στο πρωτο πατωμα.Αλλα...

"Κατα τις 4 το απογευμα,ακουστηκε ψηλα στον ουρανο,προς τη μερια του Παντσεβο ενας βομβος.Οι πρωτες βομβες επεσαν κατα του Μιλος Βελιτογκ,οι μεγαλες βομβες των Στουκας,που βυθιζονταν στις στεγες,το ιδιο ακριβως οπως βυθιζεται το καρφι με ενα μονο σιγουρο και κεραυνοβολο χτυπημα του σφυριου.Η πολη ετρεμε ολοκληρη εκ θεμελιων.Το πληθος ετρεχε στους δρομους ουρλιαζοντας.Απο καιρο σε καιρο αναμεσα σε δυο εκρηξεις,απεραντη σιωπη,διχως πνοη.Κατεβηκαμε παλι στο καταφυγειο.Ειμασταν ολοι κατωχροι.Καπνιζαμε σιωπηλοι.Ακουγονταν μονο οι εκρηξεις και το κλαμα του σκυλου μου,του Σπιν,που ειχε κουλουριαστει στα ποδια μου.Ο πριγκηπας Ρουφφο,ο δευτερος γραμματεας της Πρεσβειας ειπε:" Ειναι το Τελος του Κοσμου".Ο πρωτος γραμματεας,ο Γκιντοτι,ειπε κι'αυτος:"Ειναι πραγματικη κολαση.Αποχαλινωθηκαν ολες οι δυναμεις της φυσης και ριχτηκαν απανω μας!".Και ο κοντε Φαμπριτσεο Φρανκο μονολογουσε:"Δεν μπορουμε να κανουμε τιποτα.Η ιδια η Φυση τρελλαθηκε.".Και 'γω τους απαντησα:"Ενα μονο μας μενει,να συμπεριφερθουμε οπως οι Ρουμανοι:Τουντούν σί ραμπάρε-να καπνιζουμε και να περιμενουμε".

Ανώνυμος είπε...

Ο ΜΑΛΑΠΑΡΤΕ ΣΤΟ ΒΕΛΙΓΡΑΔΙ

Εκεινη τη μερα βρισκομουν στο Παντσεβο,στην εισοδο του Βελιγραδιου.Ειχαμε περασει τα συνορα χωρις να βρεθουμε σε αντισταση,σχεδον σαν να μην υπηρχε πολεμος.Αλλα κατα το απογευμα τον συναντησαμε.Πελωριο μαυρο συννεφο σηκωνοταν πανω απο την πολη,εμοιαζε απο μακρυα με τη φτερουγα ενος γιγαντιαιου γερακιου[...]Κατω εκει,αποτομα πανω απο την μαζωμενη στο δασωμενο λοφο πολιτεια,στο βαθος της απεραντης πεδιαδας που την αυλακωνουν τεμπελικα κιτρινα ποταμια,τα σμηνη των Στουκας ριχνονταν χωρις ελεος,μαυροι ατσαλινοι γυπαετοι ,με τις σειρηνες τους να ουρλιαζουν και ξεσκιζανε με το ραμφος και με τα νυχια τους τα ασπρα σπιτια,τα ψηλα μεγαρα που ελαμπαν απο το γυαλι,τα σπιτια που ακτινοβολουσαν απο την ακρη των προαστιων σ'ολοκληρη την πεδιαδα.Διασκορπισμενοι Σερβοι στρατιωτες γυρνοβολουσαν στα χωραφια.Εβλεπες γερμανικα αποσπασματα να προχωρουν σκυφτα στις ταφρους και να ψαχνουν στις καλαμιες και στα βουρλα,στις ακρες του βαλτου πλαϊ στον Τίμις.Η βραδυα ηταν ωχρη και γλυκια.Απο το δωματιο μου,σ'ενα γκρεμισμενο σπιτι κοντα στον ποταμο,εβλεπα την πρησμενη σεληνη που εκανε τα νερα του ποταμου να αστραφτουν,να ανεβαινει αργα προς τα πανω...Οιμωγες σκυλων ακουγόνταν απο μακρυα.Πανω στα νερα του βαλτου επιπλεαν πεθαμενα κορμια.Κοπαδια κορακια,πανω απο τα ψοφιμια των αλογων,που τα'χαν εγκαταλειψει στους δρομους.Γυρω-τριγυρω στα χωρια,πλανιοντουσαν κοπαδια σπιτικα σκυλια,κοντα στα σπιτια που καπνιζανε ακομα σαν δαυλια.Περνουσαν τρεχοντας και καθε τοσο σταματουσαν για ν'αλυχτησουν θρηνητικα το φεγγαρι.Αυτο,φωτιζε με ενα διαφανο,απαλο φως τα γκρεμισμενα και ερημωμενα χωρια,τους σπαρμενους με κουφαρια δρομους και εκει στο βαθος την ασπρη πολιτεια,σκεπασμενη με την καταμαυρη φτερουγα του καπνου.

Αναγκαστηκαμε να μεινουμε τρεις μερες στο Παντσεβο.Υστερα προχωρησαμε πιο περα,περασαμε το ποταμι Τιμις,διασχισαμε τη χερσονησο που σχηματιζει ο Τιμις στις εκβολες του Δουναβη και σταθηκαμε αλλες τρεις μερες στο χωριο Ριτα,στην οχθη του μεγαλου ποταμου,απεναντι ακριβως απο το Βελιγραδι,κοντα στα σιδερενια σκελετα της συσπασμενης,στριφογυρισμενης και κατεστραμενης γεφυρας που 'χε το ονομα του βασιλια Πετρου του Β'.Στο ρευμα του Δουναβη στριφογυριζαν καμενα δοκαρια,προσκεφαλα και στρωματα,ψοφιμια αλογα,προβατα και βοδια.Στην αλλη οχθη,αγωνιουσε η πολιτεια.Απο τον σιδηροδρομικο σταθμο της Ρουμανιας κι απ'τη συνοικια Ντουσιανοβα υψωνονταν συννεφα μαυρου καπνου.
Και επιτελους,κατα το ηλιοβασιλεμα,ο λοχαγος Κλινμπεργκ,περασε με βαρκα τον Δουναβη,εχοντας μαζι του και 4 στρατιωτες και πηγε και κατελαβε το Βελιγραδι.Τοτες περασαμε και μεις το απεραντο ποταμι(με το σινιαλο του επιλοχια της Γκροςντοϋτσλαντ Ντιβίζιον,που κατυθυνε ολοκληρο το ποταμισιο πηγαινε-ελα ανθρωπων και αυτοκινητων) στη πολη,απο την λεωφορο του Πριγκηπα Παυλου.

Φυσουσε αναλφρο αερακι.Περνουσα πλαϊ σε σταματημενα τραμ και ταξι,γεματα πτωματα.Χοντρες γατες καθοντουσαν πανω σε μαξιλαρια,διπλα στα πελδινα,φουσκωμενα κορμια.Βαδιζα πανω σ'ενα ταπετο απο σπαμενα τζαμια.Τα παπουτσια μου τριζοβολουσαν φριχτα πανω στα γυαλινα κομματια.Καθε τοσο συναντουσα κι 'απο κανεναν διαβατη,να ξυριζει τους τοιχους με υποψιαρικο βημα και να κοιταζει γυρω του.Κανενας δεν απαντουσε στις ερωτησεις μου,με κοιταζαν ολοι με αλλοκοτα ασπρα ματια και το σκαγανε διχως να γυρισουν να κοιταξουν πισω τους.Πανω στα λερωμενα προσωπα τους φερνανε τα ιχνη του τρομου αλλα και της εκπληξης.
Η Τερραζιε ηταν ερημη.Μπροστα στο Ξενοδοχειο των Βαλκανιων,στο χειλος του κρατηρα μια βομβας,ενα αυτοκινητο γεματο κουφαρια.Τους ειχε σκοτωσει το ωστικο κυμα της εκρηξης.Οι δρομοι ηταν αδειοι,τραμ και αυτοκινητα σταματημενα,εγκαταλειμενα στη μεση του δρομου.Οταν εφτασα επιτελους στην Ιταλικη Πρεσβεια,ηταν κιολας σκοταδι.Με την πρωτη ματια,το οικοδομημα φαινοταν ανεπαφο.Μα υστερα,λιγο-λιγο,αποκαλυπτε το ματι τα σπαμενα τζαμια,τα σμπαραλιασμενα κιγκλιδωματα των παραθυρων,τους γδαρμενους τοιχους,την ανασηκωμενη απο το φυσημα μιας τεραστιας εκρηξης,στεγη.
Μπηκα κι'ανεβηκα τη σκαλα.